Σάββατο 4 Μαΐου 2013

Αποχαιρετισμός στόν Λευτέρη Βογιατζή


«Φέτος τό Πάσχα ο Λευτέρης Βογιατζής
δεν θα προλάβει στο παρά πέντε  το τελευταίο πλοίο πριν την Ανάσταση
για την Άνδρο,
δεν θα τον λαχανιάσουν τα ψηλά σκαλιά της Γκρεμνίστρας
πριν το Χριστός Ανέστη,
ούτε θα έρθει στις Στενιές για το Πασχαλινό τραπέζι,
ούτε θα βουτήξει το απόγευμα στα Γιάλια και
ούτε όταν θα βραδιάσει θα κάνει πρόβες με τους ηθοποιούς του.
Φέτος Μεγάλη Πέμπτη η Άνδρος έχασε έναν πολύ καλό της φίλο».
                                  του Βαγγέλη Λουκίσα,
                                                     από το blog της Κινηματογραφικής Λέσχης Άνδρου

                                και το άρθρο της Μαρίας Κατσουνάκη
                                              στην εφημερίδα «Καθημερινή» της 03.05.2013
«Αν είχα περισσότερο χρόνο…». Είναι η φράση που έλεγε πιο συχνά, η επιθυμία που τον καταδυνάστευε. Τον ακολουθούσε στην προετοιμασία μιας παράστασης, την ομολογούσε στις συνεντεύξεις του, στους ηθοποιούς του, στους κοντινούς του ανθρώπους. Ποτέ δεν ένιωθε ότι ο χρόνος ήταν αρκετός. Οπως ποτέ δεν είπε: «Αυτό δεν γίνεται». Επέμενε, ώς το τέλος. Κάπως έτσι, ο Λευτέρης Βογιατζής έκανε στο θέατρο το ανέφικτο, εφικτό. Κάπως έτσι δημιουργούσε παραστάσεις–γεγονότα, μανικός και τελειοθήρας, ασκητής της Σκηνής, ταμένος στην τέχνη του, απολύτως απορροφημένος από αυτήν.
Χθες έφυγε από τη ζωή, ύστερα από σκληρή, πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο. Ο Λ. Βογιατζής δεν παραιτήθηκε. Το περυσινό φεστιβαλικό καλοκαίρι σκηνοθέτησε ένα μικρό κομψοτέχνημα: τον «Αμφιτρύωνα» του Μολιέρου. Πριν από λίγες εβδομάδες είχε ήδη επιστρέψει στη στέγη του, στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων, επαναλαμβάνοντας το «Θερμοκήπιο» του Πίντερ (δεν πρόλαβε να το χαρεί, γιατί εισήχθη στο νοσοκομείο) ενώ το ερχόμενο καλοκαίρι ήθελε να παρουσιάσει τον «Οιδίποδα Τύραννο» στο πλαίσιο του Ελληνικού Φεστιβάλ.
Από τον Μάρτιο του 1982, που αναδύθηκε στο άσημο τότε δρομάκι της Κυψέλης, την οδό Κυκλάδων, η Σκηνή, στην αλησμόνητη παράσταση «Σπασμένη στάμνα» του Κλάιστ (με μια dream team της εποχής: Λ. Βογιατζής, Βασίλης Παπαβασιλείου, Τάσος Μπαντής, Ράνια Οικονομίδου, Δημήτρης Καταλειφός, Σμαράγδα Σμυρναίου, Αννα Κοκκίνου κ.ά.) έως πριν από λίγες μέρες, ο Λευτέρης Βογιατζής μεταμόρφωνε, σχεδόν κάθε χρόνο, τους ηθοποιούς, τον συγγραφέα, το κοινό του. Γιατί αυτή ήταν η πραγματική τέχνη του: η μεταμόρφωση. Με επιμονή και πείσμα, σχεδόν τυραννικά, βήμα βήμα, λέξη λέξη, σκέψη σκέψη.
«Αλλοι θα πουν τι κόμισε η Σκηνή», είχε απαντήσει σε σχετική ερώτηση ο Λ. Βογιατζής, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» (στον Βασίλη Αγγελικόπουλο, 2/12/07). «Εγώ θα πω μόνο τι θα ήθελα: Θα ήθελα να έχει γίνει συνείδηση η αφοσίωση και η συγκέντρωση που απαιτήθηκε για να γίνει αυτή η δουλειά. Θα ήταν μεγάλη ικανοποίηση τώρα για μένα αν μπόρεσα, χωρίς να το επιδιώξω, να δώσω ένα μέτρο για τη λειτουργία τη θεατρική». Ως θεατές, μέσα από τις σκηνοθεσίες του, γίναμε πιο απαιτητικοί. Ο Λ. Βογιατζής ανέβασε τον πήχυ των κριτηρίων, των απαιτήσεων, όξυνε το βλέμμα μας, καλλιέργησε τον προβληματισμό και το γούστο μας.
«Ως σκηνοθέτης, πιστεύω ότι είμαι ταυτόχρονα αυθόρμητος και σχολαστικός (ψείρας). Μπορείς να είσαι και τα δύο». Η φράση του Χάρολντ Πίντερ (από το πρόγραμμα του «Θερμοκηπίου») χαρακτηρίζει και τον Λ. Βογιατζή. Ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα κινήθηκε τόσο ως σκηνοθέτης όσο και ως ηθοποιός. Γέφυρα, η δέσμευσή του για το θέατρο, η απόλαυση που αντλούσε και το πάθος που επένδυε στη δουλειά του μαζί με άπειρες ώρες έρευνας, αναζήτησης, δοκιμών.
Ο Λευτέρης Βογιατζής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945, στην Καλλιθέα, όπου έμεινε, με τους γονείς του και τον αδελφό του, την πρώτη δεκαετία της ζωής του. «Δεν πολυέβγαινα από το σπίτι. Αν πήγαινα δύο τετράγωνα παρακάτω, νόμιζα ότι πήγαινα δεν ξέρω κι εγώ πού. Κινδύνευα πολλές φορές να μη βρω το σπίτι μου, ενώ ήμουνα στον ίδιο δρόμο». Ο αδελφός του ασχολιόταν με την όπερα κι εκείνος ήξερε όλα τα κομμάτια απέξω. Μεγάλωνε, ένα παιδί μάλλον εσωστρεφές με «αρχές, φόβους και ανατροφή». Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Κωστή Μιχαηλίδη (1969), τελείωσε τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1972) και παρακολούθησε επίσης το Ράινχαρντ Σεμινάρ της Βιέννης για δύο χρόνια.
Πρωτοεμφανίστηκε στο Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη, το 1973, στον ρόλο της Γιαγιάς, στον «Κυριακάτικο περίπατο». Ακολούθησε η συνεργασία του με το Αμφιθέατρο σε παραστάσεις που άφησαν εποχή: «Ερωτόκριτος» (Ποιητής), «Λυσιστράτη» (ομώνυμος ρόλος), «Οδύσσεια», «Γενοβέφα», «Βάτραχοι» (Ευριπίδης), «Τίτος Ανδρόνικος», «Πλούτος» (Χρεμύλος), «Ταρτούφος», «Ψυχοστασία». Με την Ελεύθερη Σκηνή συνυπήρξε στο «Ανατάμ–παπατάμ», συμμετέχοντας στην προσπάθεια ανανέωσης του επιθεωρησιακού κώδικα, και με την Ελλη Λαμπέτη πρωταγωνίστησε στη «Σάρα».
Η παρουσία του στον κινηματογράφο μετράει αποκλειστικά σχεδόν συνεργασίες με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, με τον οποίο και τον συνέδεε στενή φιλία: «Μελόδραμα», «Βαριετέ», «Ονειρεύομαι τους φίλους μου», «Αθήνα - Κωνσταντινούπολη», «Τα οπωροφόρα της Αθήνας». Και βέβαια στο αλησμόνητο «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη, στη «Ρόζα» και την «Περιπλάνηση» του Χριστοφή, επίσης, εμφανίστηκε στην «Ανατολική περιφέρεια» του Βασίλη Βαφέα.
Το 1981 ίδρυσε την Εταιρεία Θεάτρου «Η Σκηνή» και τη συνέχειά της τη «νέα Σκηνή» (1988). Η σχέση του με τον χώρο (με την αρχιτεκτονική υπογραφή του Κυριάκου Κρόκου) ήταν απόλυτη, ταυτισμένη με το έργο του. «Η ιστορία του χώρου είναι η ιστορία μας», έλεγε. Επί 30 χρόνια η οδός Κυκλάδων ήταν εργαστήρι και θύλακος θεάτρου, είτε ανέβαζε έργο κλασικό, είτε σύγχρονο έργο αιχμής, είτε νεοελληνικό. Ενας ζωντανός οργανισμός στο κέντρο της πόλης, που επί τρεις δεκαετίες δοκίμαζε, διακινδύνευε, καινοτομούσε, απεχθανόταν τον εφησυχασμό και το έδειχνε με κάθε τρόπο.

1 σχόλιο:

CHRISoVALANDIS είπε...

Είμαστε τυχεροί που στο Κορίτσι απο την Άνδρο,είχαμε στο κοινό μας αυτόν τον κορυφαίο άνθρωπο.Και θυμάμαι,ούτε καν τον γνώριζα.Είχα εμπλουτίσει τον ρόλο μου(Χάρινος) με μια σφαλιαρίτσα σε έναν τυχαίο θεατή.Στην τελευταία παράσταση ,τυχερός ήταν ο Λευτέρης Βογιατζής.Στο τέλος κάθε παράστασης,έλεγα στην θεατρική μου "μαμά" (Άννα Ασυνάνογλου),ποιός ήταν το θύμα κάθε φορά.Η απάντηση της ήταν "εντάξει Βαλάντη δεν σε βλέπω να ξαναπαίζεις θέατρο".Γιατί?Απαντάω,και τότε έμαθα τον λόγο,και το άτομο που ΄ΣΦΑΛΙΑΡΩΣΑ'